Τρίτη 3 Ιουλίου 2012

λευκό γαλανό


Δεμένοι στο πλωριό κατάρτι
και οι δυο, γλυκέ μου Οδυσσέα,
μου ψιθύριζες "λόγια της πλώρης"
και άλλες παραδοχές ακριβές
της ύπαρξης και της αιώνιας ζωής


ψίθυροι και ανάσες και σιωπή
τροφή ψυχής
δροσιά τα καλοκαιρινά βράδια


Μα ξέχασες να ξεκλειδώσεις,
τα μυστικά που ευωδιάζουν άγρια μέντα


κι έμεινες μόνος ανάμεσα σε χιλιάδες ανθρώπους
προσπαθώντας να κοινωνικοποιηθείς
να κανονικοποιηθείς
περιφρονώντας την άγια διαφορετικότητά σου 


ώσπου χάθηκες στο πέλαγος των γνωριμιών, 
των φίλων και  των γνωστών
ανοιχτά της αμετροέπειας


αφού ξεκούρασες πρώτα την αξία σου 
στην απαλή αγκαλιά του τίποτα


φυλλομετρώντας τη μικρή επίγεια ζωή σου 
σαν περιοδικό της φτήνιας 
με σελιδοδείκτες στις σελίδες 
των χαμένων ευκαιριών 
και των λησμονημένων υποσχέσεων


σταθερά πέρνα το κάβο, καπετάνιε
άλλο η αδρεναλίνη, 
άλλο η καφείνη, 
άλλο η σεροτονίνη , 
ματάκια μου, 
και τα τρία σε οδηγούν σε διέγερση, 
 όμως μόνο το ένα 
καταλήγει σε γλυκιά λήθη


όμορφος φόβος
που τον νιώθεις μόνο 
όταν η ζωή σου καταλήγει στο θάνατο


θα είμαι πάντα εκεί, 
στο τέλος της νύχτας
φρουρός της αγρύπνιας
μέλι στο στόμα,
το ίδιο στόμα
για το φιλί και το αντίδωρο


τώρα το πλοίο μας-νησάκι 
πλέει προς τα ιόνια νησιά
αιώνια


κοντά στην πούντα
αποφάσισα να συνεχίσω το ταξίδι 
και έβαλα πλώρη ξανά
μαζί σου
δεμένη 
όχι σ'ενα πλοίο- φάντασμα 
που το οδηγεί ο άνεμος
αλλά με καπετάνιο 
τις θελήσεις και τις εμπειρίες μας
ψυχή μου